αναδημοσίευση απτον ιστότοπο του EuFIC
Η κοιλιοκάκη είναι μια νόσος που προκαλεί βλάβες στο έντερο και μπορεί να αναπτυχθεί σε οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής. Η υιοθέτηση μιας δίαιτας ελεύθερης γλουτένης είναι προς το παρόν η μόνη αποτελεσματική θεραπεία.
Τι είναι η κοιλιοκάκη;
Η κοιλιοκάκη είναι μια αυτοάνοση διαταραχή, στην οποία το ανοσοποιητικό σύστημα αντιδρά στη γλουτένη, ένα συλλογικό όνομα για το είδος της πρωτεΐνης στο σιτάρι, τη σίκαλη και το κριθάρι. Κάποια άτομα αντιδρούν και στη βρόμη. Προκαλούνται βλάβες στην εσωτερική επιφάνεια του λεπτού εντέρου, οι οποίες οδηγούν σε δυσαπορρόφηση των θρεπτικών συστατικών, αύξηση του κινδύνου για ανεπάρκειες θρεπτικών συστατικών, αναιμία και οστεοπόρωση. Τα συμπτώματα ποικίλουν σε μεγάλο βαθμό, από πεπτικές ενοχλήσεις μέχρι κακή ανάπτυξη, δερματικά εξανθήματα ή υπογονιμότητα.1
Αυξανόμενη συχνότητα, αλλά υποεκτίμηση στη διάγνωση
Στην Ευρώπη εκτιμάται ότι 1% των ενηλίκων και των παιδιών έχουν τη νόσο.2 Η συχνότητα ποικίλει σημαντικά: για τις ηλικίες 30-64 ετών είναι οκτώ φορές μεγαλύτερη στη Φινλανδία (2,4%) από ό,τι στη Γερμανία (0,3%), πιθανώς εξαιτίας τόσο γενετικών όσο και περιβαλλοντικών παραγόντων. Στη Φινλανδία η συχνότητα έχει διπλασιαστεί τα τελευταία 20 χρόνια, γεγονός που δεν μπορεί να ερμηνευτεί από το μεγαλύτερο βαθμό ανίχνευσης.3
Η μη ανίχνευση της νόσου ή η λαθεμένη διάγνωση για κοιλιοκάκη είναι συχνά φαινόμενα και μπορούν να οδηγήσουν σε συνεχείς κινδύνους για την υγεία.4 Τα συμπτώματα μπορεί να απουσιάζουν ή να είναι μη ειδικά, και συχνά συγχέονται με αυτά του συνδρόμου του ευερέθιστού εντέρου. Αυτό διαιωνίζεται εξαιτίας της εσφαλμένης αντίληψης ότι οι ασθενείς με κοιλιοκάκη είναι λιποβαρείς, ενώ στην πραγματικότητα πολλοί από αυτούς είναι φυσιολογικού βάρους ή υπέρβαροι.1 Προς το παρόν, ο έλεγχος συστήνεται για τα συμπτωματικά άτομα (συμπεριλαμβανομένων και των σχετιζόμενων καταστάσεων, όπως η οστεοπόρωση ή η σιδηροπενική αναιμία) και για τα άτομα που έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου, όπως άτομα με υπάρχον αυτοάνοσο νόσημα (π.χ. σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, αυτοάνοσος υποθυρεοειδισμός) ή με πρώτου βαθμού συγγενείς με κοιλιοκάκη.5 Πριν από τον αποκλεισμό της γλουτένης από τη δίαιτα, η διάγνωση περιλαμβάνει τη λήψη αίματος και συχνά βιοψίας από το λεπτό έντερο.
Η πρόκληση μιας δια βίου δίαιτας ελεύθερης γλουτένης
Μια αυστηρή δια βίου ελεύθερη γλουτένης δίαιτα επιτρέπει στο λεπτό έντερο να αναρρώσει. Προφανείς πηγές γλουτένης είναι το ψωμί, πολλά δημητριακά πρωινού, τα ζυμαρικά, η πίτσα, τα κέικ και τα μπισκότα. Η γλουτένη, όμως, χρησιμοποιείται επίσης για την παρασκευή διαφόρων προϊόντων, όπως λουκάνικων, κύβων ζωμού, σουπών και σαλτσών. Φυσικά τρόφιμα ελεύθερα γλουτένης περιλαμβάνουν το κρέας, το ψάρι, τα αυγά, τα λαχανικά, τα γαλακτοκομικά, τα όσπρια, τις πατάτες, το ρύζι, το καλαμπόκι, την κινόα και το φαγόπυρο. Υπάρχουν και υποκατάστατα τροφίμων, όπως ειδικά παρασκευασμένα ελεύθερα γλουτένης ψωμί, αλεύρι, ζυμαρικά και κράκερ, των οποίων η ποικιλία έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, και σε μερικές χώρες είναι διαθέσιμα με συνταγή.1
Ακούσια κατανάλωση γλουτένης μπορεί να συμβεί, όπως για παράδειγμα από διασταυρούμενη μόλυνση, για αυτό τα τρόφιμα ελεύθερα γλουτένης θα πρέπει να παρασκευάζονται σε ξεχωριστά σκεύη, π.χ. τοστιέρα.1 Τα άτομα με κοιλιοκάκη διαφέρουν ως προς την ευαισθησία τους να ανιχνεύουν ποσότητες γλουτένης.6
Υπάρχει σύγχυση για το εάν η βρόμη θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται σε μία δίαιτα ελεύθερη γλουτένης. Κατά την άλεση η βρόμη έρχεται συχνά σε επαφή με σιτάρι, σίκαλη ή κριθάρι. Καθαρή, μη μολυσμένη βρόμη, επισημασμένη ως «ελεύθερη γλουτένης», θεωρείται ασφαλής για τα περισσότερα άτομα. Παρόλα αυτά, ένα μικρό ποσοστό ατόμων μπορεί (επιπλέον) να εμφανίζει ανοσολογική αντίδραση στην αβενίνη, μια πρωτεΐνη παρόμοια της γλουτένης που βρίσκεται στη βρόμη. Όσα άτομα πρωτοδιαγιγνώσκονται με κοιλιοκάκη θα πρέπει να αποφεύγουν τη βρόμη μέχρι να επιτευχθεί ένα καλός έλεγχος της νόσου με την εφαρμογή μιας ελεύθερης γλουτένης δίαιτας, οπότε και σταδιακά μπορεί να εισαχθεί η βρόμη, παρακολουθώντας τις πιθανές ανεπιθύμητες αντιδράσεις.7
Κατάλληλα εκπαιδευμένοι διαιτολόγοι μπορούν να βοηθήσουν ως προς την εξασφάλιση μιας ισορροπημένης δίαιτας, με επαρκείς ποσότητες διαιτητικών ινών και μικροθρεπτικών συστατικών, όπως το ασβέστιο. Υποστήριξη παρέχουν, επίσης, και οι επίσημοι σύλλογοι για την κοιλιοκάκη σε όλη την Ευρώπη.1
Επισήμανση τροφίμων
Εάν ένα συστατικό που περιέχει γλουτένη χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή τροφίμων, τότε η πηγή γλουτένης πρέπει να εμφανίζεται στην ετικέτα του τροφίμου. Οι κανόνες επισήμανσης που θα είναι σε ισχύ από τα τέλη του 2014 θα απαιτούν τα δημητριακά που περιέχουν γλουτένη να επισημαίνονται στη λίστα των συστατικών. Η απαίτηση αυτή θα επεκτείνεται επίσης και σε μη προσυσκευασμένα τρόφιμα που πωλούνται χύμα, π.χ. σε εστιατόρια. Τα τρόφιμα που επισημαίνονται ως «ελεύθερα γλουτένης» δεν πρέπει να περιέχουν περισσότερα από 20 mg γλουτένης ανά κιλό. Ειδικά προϊόντα που περιέχουν μεταξύ 20 και 100 mg γλουτένης ανά κιλό μπορούν να επισημαίνονται ως «πολύ χαμηλής γλουτένης».6 Οι παραγωγοί θα πρέπει να εφαρμόζουν όλες τις διαδικασίες προκειμένου να αποφευχθεί η διασταυρούμενη μόλυνση. Ένα λογότυπο με ένα «διαγραμμένο» στάχυ σε χιαστί σχηματισμό, αναγνωρισμένο παγκοσμίως από τα άτομα με κοιλιοκάκη, είναι διαθέσιμο στους παραγωγούς και τους εμπόρους, για να βοηθήσουν τους καταναλωτές να επιλέγουν ασφαλή προϊόντα.1
Πρόληψη και νέες θεραπείες
Μια πρόσφατη μελέτη υποδεικνύει ότι η σταδιακή εισαγωγή τροφίμων που περιέχουν γλουτένη στη δίαιτα των βρεφών μετά από τους τέσσερις, αλλά πριν τους επτά μήνες, και ενώ συνεχίζεται παράλληλα ο θηλασμός, μπορεί να προστατεύσει από την εμφάνιση ή να καθυστερήσει την έναρξη της νόσου.8 Οι νέες θεραπείες που μελετώνται για μια ευκολότερη ζωή ελεύθερη γλουτένης στο μέλλον περιλαμβάνουν τη γενετική τροποποίηση του σιταριού, ώστε να απομακρυνθεί η γλουτένη, και φάρμακα ή εμβόλια που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την πρόκληση βλαβών στο έντερο από τη γλουτένη.9
Αναφορές
Association of European Coeliac Societies: http://www.aoecs.org
Mustalahti K et al. (2010). The prevalence of celiac disease in Europe: results of a centralized, international mass screening project. Ann Med 42:587–95.
Lohi S et al. (2007). Increasing prevalence of coeliac disease over time. Aliment Pharmacol Ther 26(9):1217–25.
Evans KE et al. (2011). Is it time to screen for adult coeliac disease? Eur J Gastroenterol Hepatol 23:833–8.
Husby S et al. (2012). European Society for Pediatric Gastroenterology, Hepatology, and Nutrition guidelines for the diagnosis of coeliac disease. J Pediatr Gastroenterol Nutr 54(1):136–60.
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 41/2009 της Επιτροπής της 20ής Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη σύνθεση και την επισήμανση τροφίμων κατάλληλων για άτομα με δυσανεξία στη γλουτένη: http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=OJ:L:2009:016:0003:0005:EL:PDF
Ellis HJ & Ciclitira PJ. (2008). Should coeliac sufferers be allowed their oats? Eur J Gastroenterol Hepatol 20:492–3.
Szajewska H et al. (2012). Systematic review: early infant feeding and coeliac disease prevention. Aliment Pharmacol Ther 36(7):607–18.
Lerner A et al. (2010). New therapeutic strategies for celiac disease. Autoimmunity Reviews 9:144–7.
Πηγή:
European Food Information Council ( EuFIC )
http://www.eufic.org/article/el/page/FTARCHIVE/artid/Coeliac-disease-on-the-rise-in-Europe/